23/10/2011

Ντροπή- Εξευτελισμός- Ταπείνωση


Στα πλαίσια της δημιουργίας του νέου της έργου, η ομάδα Nothing To Declare δημιούργησε το ιστολόγιο αυτό με σκοπό τη συλλογή -απο το κοινό- κειμένων και σχολίων γύρω από τις εξής θεματικές: ντροπή, εξευτελισμός, ταπείνωση. Τα κείμενα ή τα σχόλια μπορούν να αναφέρονται σε οποιαδήποτε από τις τρεις θεματικές ή σε συνδυασμό τους.
 

Η ομάδα Nothing To Declare σας προσκαλεί να συμμετέχετε, αναρτώντας στο ιστολόγιο σχετικά κείμενα ή και σχόλια, τα οποία ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν είτε ως υλικό στη δημιουργική διαδικασία από το σκηνοθέτη και τους ηθοποιούς, είτε στη διαμόρφωση του τελικού κειμένου της παράστασης.


Με την ανάρτηση των κειμένων/σχολίων (ανώνυμα ή επώνυμα, κατά τη δική σας κρίση), δίνετε την συγκατάθεση σας σε ενδεχόμενη χρησιμοποίησή τους απο την ομάδα. Η ομάδα δεν έχει οποιαδήποτε νομική ή άλλη υποχρέωση έναντι των κειμένων/σχολίων που θα αναρτηθούν.


Πρεμιέρα 11 Φεβρουαρίου 2012 στη γκαλερί 50 πλην 1 στη Λεμεσό.


Για να προσθέσετε κείμενα/σχόλια, πατήστε στο "Comments" στο κάτω μέρος αυτής της ανάρτησης.
Για περισσότερες πληροφορίες:nothingtodeclare.performingarts@gmail.com


Αλέξης Βασιλείου









3 comments:

  1. Είναι μία από εκείνες τις ημέρες, τις ημέρες που δε διαφέρουν μεταξύ τους, τις ημέρες που καθένας θέλει να τις κάνει ξεχωριστές.
    Ξυπνώ με πολύ καλή διάθεση και τις αισθήσεις μου να μου προδίδουν τον καιρό, την κίνηση πριν ανοίξω τα μάτια μου. Γνωρίζω την γειτονιά μου από τις μυρωδιές και τους ήχους όσο είμαι ακόμα μέσα στο σπίτι μου.
    Βαθιά ανάσα... βρεγμένη τέντα και απορρυπαντικό καθαρισμού τζαμιών, η κυρα-Νίκη μόλις άνοιξε το μαγαζί απέναντι από το σπίτι μου, πλένει την τέντα και τη βιτρίνα κάθε μέρα στις 8 το πρωί ακριβώς. Την ακούω να καλημερίζει τον κυρ-Παντελή ο οποίος ανταποδίδει με μια φιλοφρόνηση.
    Βαθιά ανάσα... φρέσκο ψωμί και σουσαμένια κουλουράκια, ένα ολόκληρο ουράνιο τόξο από τις διαφορετικές μυρωδιές βουτημάτων και γλυκών από τον φούρνο της γειτονιάς.
    Βαθιά ανάσα... φρέσκα λαχανικά, εσπεριδοειδή, χόρτα σε τέλεια αρμονία. Λάθος μου... κάτι λείπει, δεν μυρίζουν οι ντομάτες, έχω χρόνια να μυρίσω πραγματική ντομάτα... τόσα πολλά που συνήθισα να ΜΗΝ την μυρίζω.
    Έχω χρόνο αλλά πρέπει να βιαστώ, ποτέ δεν είναι αρκετός ο χρόνος.
    Μπανάκι και παίρνω ένα γρήγορο πρωινό, φρυγανιές ζεστό καφέ και... όχι, όχι τσιγάρο, είναι καιρός που ελευθέρωσα το βασίλειο της όσφρησης από το δικτάτορα «τσιγάρο». Είναι η ώρα να βγω.
    Βαθιά ανάσα... αισιοδοξία, χαμόγελο.
    Πίσω από την ξύλινη εξώπορτα της πολυκατοικίας οργιάζουν οι ήχοι της γειτονίας. Φωνές μικρών παιδιών, συζητήσεις ηλικιωμένων, ένας μικρός καβγάς στο κοντινό περίπτερο, ένα μηχανάκι και δύο αυτοκίνητα. Ανοίγω την πόρτα και περπατώ.
    Η στάση μου είναι κοντά, μόλις 3 τετράγωνα από το σπίτι μου. Βαδίζω αργά και στρίβω στον πρώτο δρόμο δεξιά, περπατώ ανάμεσα στους περαστικούς με χαμόγελο. Μια γυναίκα βλαστημά, της έπεσε η τσάντα. Οι περαστικοί βαδίζουν γοργά, με προσπερνούν, με σπρώχνουν.
    Περπατώ.
    Έφτασα στο τέλος του πρώτου τετραγώνου, σκοντάφτω πάνω σε ένα αυτοκίνητο που είναι παρκαρισμένο πάνω στην διάβαση μα περπατώ, δίπλα σταματημένα αυτοκίνητα που μαρσάρουν μέχρι να συναντήσω ένα ξεχασμένο κάδο απορημάτων που βρομάει, κάποιος ξέχασε να τον αδειάσει. Σταματώ στο περίπτερο να αγοράσω χαρτομάντιλα και καραμέλες βουτύρου, πληρώνω με ένα χαρτονόμισμα, «ήταν ανάγκη να το διπλώσεις έτσι?» με ρώτησε ο περιπτεράς «φοβάμαι πως ναι, καλή σας ημέρα» του απαντώ καθώς μου δίνει τα ρέστα.
    Περπατώ.
    Έφτασα στο τέλος του τρίτου τετραγώνου. Συνωστισμός στην διάβαση, τα αυτοκίνητα ουρλιάζουν και περνούν γοργά μπροστά μας. Ένα αυτοκίνητο σταματά σχεδόν δίπλα μας, τα υπόλοιπα πίσω του φρενάρουν, οι πεζοί αρχίζουν να διασχίζουν την διάβαση, κάποιος με σπρώχνει.
    Έφτασα στην στάση και περιμένω. Δεν περιμένουν πολλοί στην στάση, κάποιο λεωφορείο πέρασε πριν λίγο προφανώς. Ένα επόμενο έρχεται γρήγορα και σταματά στην στάση.
    - Αυτό είναι το 218? Ρωτάω.
    - Έλα ανέβα, είναι η απάντηση
    Ανεβαίνω στο λεωφορείο και ακυρώνω το εισιτήριό μου στο μηχάνημα δίπλα στην πόρτα, το λεωφορείο ξεκινά. Μετρώ 6 στάσεις, ο προορισμός μου είναι εκεί, μετά την πέμπτη στάση πατώ το κουμπί της στάσης. Κατεβαίνω στην έκτη στάση, το λεωφορείο φεύγει.
    Λίγοι περαστικοί, τα βήματά τους δεν είναι τόσο γοργά όσο θα έπρεπε, λείπει μια μυρωδιά, δεν μυρίζω ευκάλυπτο. Λείπει ένας ήχος, δεν ακούω σιντριβάνι, ω θεέ μου! Βρίσκομαι σε λάθος στάση.
    - Που βρίσκομαι, σας παρακαλώ? Καμία απάντηση
    Άνθρωποι περνούν σχεδόν δίπλα μου
    - Βοηθήστε με παρακαλώ, που βρίσκομαι? Ξαναρωτώ και πάλι χωρίς να πάρω απάντηση.
    - Σας παρακαλώ, βοηθήστε με.
    Κανείς δεν αποκρίνεται, κανείς δεν μου δίνει σημασία.
    Είμαι τυφλός, αλλά αυτοί δεν με βλέπουν.

    Είμαι τυφλός, αλλά τουλάχιστον εγώ είμαι Άνθρωπος.

    (Αφιερωμένο σε όλους τους μικρούς ήρωες με ειδικές ανάγκες που μας ανέχονται τόσα χρόνια να κλείνουμε τις διαβάσεις τους με αυτοκίνητα, να φτιάχνουμε ειδικές ράμπες για αυτούς και παράλληλα να τους κλείνουμε το πεζοδρόμιο με ένα νεκρό δέντρο, να μην τους δίνουμε σημασία, να μην τους ακούμε).

    ReplyDelete
  2. Ντρέπομαι όταν...
    πρέπει να ζητήσω δουλειά
    νοιώθω την ανάγκη να χτυπήσω κάποιον
    λέω ψέματα
    δε γελάνε με τ’ αστεία μου
    δεν ξέρω που είναι μια χώρα
    εκνευρίζομαι
    δε θυμάμαι τις ίδιες μου τις σκέψεις
    ξεχνάω τα γενέθλια ανθρώπων που αγαπάω
    μου κάνεις συνέχεια παρατηρήσεις για τα μαλλιά μου
    μιλάω σε κάποιον που πραγματικά θαυμάζω
    πάω τουαλέτα και είναι κάποιος απ’έξω
    αργώ στα ραντεβού μου
    ζητάω δανεικά
    μου λες οτι κάνω λάθη
    δεν έχω λεφτά να βγώ με τους φίλους μου για φαγητό
    με κοιτάς
    δε θέλω και με βλέπεις γυμνό
    με αρπάζεις λες και είμαι κρέας
    χαμογελώ
    κάποιος με απορρίπτει
    ανοίγω τα φώτα
    γίνομαι γελοίος στο πρώτο ραντεβού
    νοιώθω ανίκανος να βοηθήσω κάποιον
    με βλέπεις να βουρτσίζω τα δόντια μου
    πρέπει μα γράψω κάτι
    σκέφτομαι το πρέπει
    μυρίζει η ανάσα μου το πρωί
    μυρίζω άσχημα
    νοιώθω εκτός
    με κοιτάνε
    ζητάω κάτι και δεν μου το δίνουνε
    δεν είμαι σίγουρη γι’αυτο που θέλω να πω
    φωνάζω στη μαμά μου
    βλέπω κάποιον να τρώει απο τα σκουπίδια
    θυμάμαι τα μηνύματα που σου έστειλα
    κάνω ορθογραφικά λάθη στα ελλληνικά
    γίνομαι παιδι
    κάνω έρωτα με κάποιον για πρώτη φορά
    πρέπει να αγαπώ και να είμαι ερωτευμένη για να μπορώ να είμαι καλά
    πετάω φαγητό
    θυμάμαι εκείνες τις μέρες
    θυμάμαι που κλεινόμουνα στην τουαλέτα... τότε.
    φλερτάρεις
    με φλερτάρεις

    ReplyDelete
  3. Κάποτε εγώ ονειρευόμουν
    να έδινα τη ζωή μου για τον άνθρωπο.

    Όχι όμως για έναν άνθρωπο.
    ......................................

    Οι μέρες περνούν
    χωρίς τίποτα να συμβαίνει

    εγώ συνεχίζω να πενθώ
    ελπίζοντας πως κάποτε τη λύπη
    θα ξορκίσω

    Το ξόρκι είναι σκληρό:
    «τρεις φορές να φωνάξω
    πως εσύ δεν αξίζεις
    και ξαφνικά
    η λύπη εμένα θ΄ αφήσει»

    Απ΄ το πρωί είμαι εδώ
    προσπαθώ να ξορκίσω τη θλίψη
    αλλά μπερδεύω τα λόγια μου
    κι ολοένα λέω «αξίζεις»
    ......................................


    Κάποιος κάποτε μου ΄χε πει
    πως με το ποτό ο άνθρωπος ξεχνιέται

    πόσο άδικο είχε!

    Τρεις το πρωί:
    κάθιδρος μπαίνω στο σπίτι
    είμαι ένα μίγμα σάρκας, καπνού, αλκοόλ, σκέψεων

    Δυο ευθέως ανάλογα μεγέθη
    - ποτό και σκέψεις -
    αυξάνονται απειλητικά πάνω μου

    Λες και το οινόπνευμα
    λευτέρωσε σμήνος σκέψεων πάνω απ΄ το στενόχωρο κεφάλι μου
    και τις βλέπω ολόγυρα έτοιμες να με πνίξουνε

    Σκέψεις μου:
    όρνεα που μου επιτίθενται

    ......................................


    Εδώ και λίγους μήνες
    πονώ ασταμάτητα το κεφάλι μου

    Μια φίλη είπε τρομαγμένα:
    «να πας να κάνεις τομογραφία εγκεφάλου
    να δούμε τι συμβαίνει μέσα στο κεφάλι σου»

    Δε βαριέσαι.

    Ξέρω από τώρα πως
    η τομογραφία θα τυπώσει
    τη φωτογραφία σου


    ......................................



    Ημέρα Πέμπτη

    πέμπτη μέρα
    σ΄ ένα δωμάτιο κλεισμένος

    ασκητεύω ποτό κοινωνώντας

    ......................................

    Κωνσταντίνος Παπαγεωργίου
    Από την ποιητική συλλογή «Οι Πέντε εποχές», κεφάλαιο «Χειμώνας» (ανέκδοτη)

    ReplyDelete